ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ (Μέρος 8)
Στα μοναστήρια τού Ζεν, γελούν και ξαναγελούν από τότε. Το γέλιο γίνεται προσευχή μόνο στο Ζεν, διότι το ξεκίνησε ο Μαχακάσυαπ. Πριν από είκοσι πέντε αιώνες, ένα πρωινό ακριβώς σαν και τούτο, ο Μαχακάσυαπ ξεκίνησε μια νέα τάση, εντελώς καινούργια, άγνωστη προηγουμένως στο θρησκευτικό νου - έβαλε τα γέλια. Γελούσε με το κουτό τού πράγματος, με την όλη ανοησία. Και ο Βούδας δεν τον επέκρινε΄ αντίθετα, αντί τούτου, τον κάλεσε να πλησιάσει, του έδωσε το λουλούδι και μίλησε προς το πλήθος. Κι όταν το πλήθος άκουσε το γέλιο, θα πρέπει να σκέφτηκαν, ΄΄Αυτός ο άνθρωπος τρελάθηκε. Αυτός ο άνθρωπος δεν δείχνει σεβασμό προς το Βούδα, γιατί πώς γίνεται να γελάς μπροστά σε έναν Βούδα; Όταν ένας Βούδας κάθεται σιωπηλός, πώς γίνεται να γελάς; Αυτός ο άνθρωπος δεν δείχνει σεβασμό.΄΄
Ο νους θα πει ότι αυτό είναι ασέβεια. Ο νους έχει τους δικούς του κανόνες, αλλά η καρδιά δεν τους γνωρίζει΄ η καρδιά έχει τους δικούς της κανόνες, αλλά ο νους δεν έχει ακούσει ποτέ σχετικά με κείνους. Η καρδιά μπορεί να γελά και να δείχνει σεβασμό΄ ο νους δεν μπορεί να γελά, μπορεί μόνο να είναι λυπημένος και μετά να δείχνει σεβασμό. Αλλά τι είδους σεβασμός είναι αυτός που δεν μπορεί να γελάει; Μια πολύ νέα τάση εμφανίστηκε με το γέλιο τού Μαχακάσυαπ και ανά τους αιώνες το γέλιο εξακολούθησε. Μόνο οι Δάσκαλοι τού Ζεν, οι μαθητές τού Ζεν, γελάνε.
Σε όλο τον κόσμο, όλες οι θρησκείες έγιναν άρρωστες, διότι η λύπη έγινε πολύ εξέχον πράγμα. Και οι ναοί και οι εκκλησίες μοιάζουν με νεκροταφεία΄ δεν δείχνουν γιορταστικές, δεν δίνουν την αίσθηση τού γιορτασμού. Αν μπεις μέσα σε μια εκκλησία, τι βλέπεις εκεί; Όχι ζωή, αλλά θάνατο - κι ο Ιησούς πάνω στο σταυρό συμπληρώνει εκεί την όλη λύπη. Μπορείς άραγε να γελάσεις μέσα σε μια εκκλησία, να χορέψεις μέσα σε μια εκκλησία, να τραγουδήσεις μέσα σε μια εκκλησία; Ναι, πράγματι υπάρχει τραγούδι, είναι όμως λυπηρό και οι άνθρωποι κάθονται εκεί μουτρωμένοι. Δεν είναι να απορείς που κανείς δεν θέλει να πάει στην εκκλησία -είναι ένα απλό κοινωνικό καθήκον που πρέπει να το εκτελείς΄ δεν είναι να απορείς που κανείς δεν αισθάνεται έλξη προς την εκκλησία - είναι κάτι το τυπικό. Η θρησκεία έγινε μια κυριακάτικη υπόθεση. Επί μία ώρα ανέχεσαι να είσαι θλιμμένος.
Ο Μαχακάσυαπ γέλασε μπροστά στο Βούδα και από τότε οι άγιοι, οι μοναχοί, οι σαννυάσιν, οι Δάσκαλοι, κάνουν πράγματα που ο θρησκευτικός νους - ο δήθεν θρησκευτικός νους - δεν μπορεί να τα συλλάβει. Αν έχεις δει κανένα βιβλίο τού Ζεν, ίσως να έχεις δει εκεί απεικονισμένους, ζωγραφισμένους τους Δασκάλους. Καμιά ζωγραφιά δεν είναι αληθινή. Αν δεις τη ζωγραφιά τού Μποντιντάρμα ή τη ζωγραφιά τού Μαχακάσυαπ, δεν είναι πιστές στο πρόσωπό τους, αλλά κοιτώντας τες απλώς, θα έχεις την αίσθηση τού γέλιου. Είναι φαιδρές, είναι αστείες.